- Μελάτες
- Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 200 μ., 221 κάτ.) του νομού Άρτης. Βρίσκεται στις όχθες του ποταμού Καλεντίνη, σε απόσταση 26 χλμ. ΒΑ της Άρτας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Πέτα.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
μελάτος — η, ο 1. πυκνόρρευστος σαν το μέλι: Μου αρέσουν τα μελάτα αβγά (αβγά που δεν έβρασαν αρκετά ώστε να πήξει ο κρόκος τους). 2. παρασκευασμένος ή περιχυμένος με μέλι: Τηγανίτες μελάτες. 3. (συνεκδοχ.), γλυκός σαν το μέλι: Φρούτα μελάτα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)